"Σε βάθος χρόνου το καθεστώς [Καντάφι] θα επικρατήσει" φέρεται να δήλωσε ο Διευθυντής των Εθνικών Υπηρεσιών των ΗΠΑ, Τζέιμς Κλάπερ σε ενημέρωσή του προς την Αμερικανική Γερουσία.
Ο ισχυρισμός του Κλάπερ είναι κατά βάση λογικός εφόσον το πλεονέκτημα σε οπλισμό και τεχνολογικά μέσα βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια του Καντάφι και των στρατιωτών του. Δεδομένου ότι ο Καντάφι δηλώνει (και μάλλον είναι) αποφασισμένος να επικρατήσει με τη βία στη διαφαινόμενη διαμάχη (κλίνοντας μάλλον σε μια τακτική φθοράς που λογικά ευνοεί τον καλύτερα οργανωμένο και εξοπλισμένο), τα μέσα που έχει στη διάθεσή του θα κρίνουν και το τελικό αποτέλεσμα.
Τα παραπάνω αποτέλεσαν την συμβουλή του διευθύνοντα των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ προς τον Πρόεδρο Ομπάμα ο οποίος τώρα βρίσκεται ενώπιον επικίνδυνου διλήμματος.
Στην περίπτωση που κινητοποιήσει τη διεθνή κοινότητα και τον αμερικανικό στρατιωτικό μηχανισμό κατά του Καντάφι κινδυνεύει να βρεθεί μπλεγμένος σε μια εξαιρετικά σύνθετη εσωτερική διαμάχη η οποία θα απαιτήσει συνεχή παρέμβαση και δεν αποκλείεται να αποδειχτεί δύσκολη ακόμα και στο στρατιωτικό της σκέλος. Ένα από τα χειρότερα σενάρια εξάλλου θα ήταν Αμερικανοί ή ΝΑΤΟϊκοί στρατιώτες να βρεθούν σε διασταυρούμενα πυρά (σε στρατιωτικούς αλλά και πολιτικούς όρους) και τελικά να φέρουν την ευθύνη για την επιδείνωσης μιας ήδη απαράδεκτης (ανθρωπιστικά) κατάστασης.
Από την άλλη, η παθητικότητα της υπερδύναμης έναντι του καθεστώτος Καντάφι ενέχει πολλαπλά ρίσκα γιατί θα αποδείξει, αφενός, ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε καθεστώς υπερεπέκτασης (μπλεγμένες σε πολλά μέτωπα, με τα οικονομικά βάρη να είναι δυσβάστακτα) και αφετέρου επειδή θα αποκαλύψει τη δυσπιστία της Αμερικανικής ηγεσίας για τις δυνατότητες των επαναστατών που κατά τα άλλα είναι το "θείο δώρο" για τις φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις του πλανήτη.
Υπό αυτές τις συνθήκες τα περιθώρια ελιγμών για τις ΗΠΑ είναι περιορισμένα. Οι Αμερικανοί θα επιδιώξουν να ελαχιστοποιήσουν την εμπλοκή τους κυρίως μέσω της κατά το δυνατόν ευρύτερης διεθνοποίησης του προβλήματος ενώ θα περιοριστούν στη ρηματική υποστήριξη των επαναστατών και ίσως σε κάποια κεκαλυμμένη βοήθεια (η οποία όμως δεν προβλέπεται να γείρει την πλάστιγγα αποφασιστικά προς όφελός τους).
Τελικά, το πιθανότερο σενάριο στη διαχείριση του Λιβυκού ζητήματος θα είναι η αμερικανική πολιτική να ιδιοποιηθεί τον μακιαβελικό κυνισμό της αποστασιοποίησης και της αναμονής προκειμένου να επέμβει μόνο όταν οι τύχες των αντιμαχόμενων έχουν κριθεί και η προστασία των αμερικανικών (αλλά και γενικότερα των δυτικών) συμφερόντων ταυτιστεί με τον πιθανότερο νικητή.
Επιστροφή στη, κατά Μακιαβέλι, σύνεση λοιπόν...
Ο ισχυρισμός του Κλάπερ είναι κατά βάση λογικός εφόσον το πλεονέκτημα σε οπλισμό και τεχνολογικά μέσα βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια του Καντάφι και των στρατιωτών του. Δεδομένου ότι ο Καντάφι δηλώνει (και μάλλον είναι) αποφασισμένος να επικρατήσει με τη βία στη διαφαινόμενη διαμάχη (κλίνοντας μάλλον σε μια τακτική φθοράς που λογικά ευνοεί τον καλύτερα οργανωμένο και εξοπλισμένο), τα μέσα που έχει στη διάθεσή του θα κρίνουν και το τελικό αποτέλεσμα.
Τα παραπάνω αποτέλεσαν την συμβουλή του διευθύνοντα των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ προς τον Πρόεδρο Ομπάμα ο οποίος τώρα βρίσκεται ενώπιον επικίνδυνου διλήμματος.
Στην περίπτωση που κινητοποιήσει τη διεθνή κοινότητα και τον αμερικανικό στρατιωτικό μηχανισμό κατά του Καντάφι κινδυνεύει να βρεθεί μπλεγμένος σε μια εξαιρετικά σύνθετη εσωτερική διαμάχη η οποία θα απαιτήσει συνεχή παρέμβαση και δεν αποκλείεται να αποδειχτεί δύσκολη ακόμα και στο στρατιωτικό της σκέλος. Ένα από τα χειρότερα σενάρια εξάλλου θα ήταν Αμερικανοί ή ΝΑΤΟϊκοί στρατιώτες να βρεθούν σε διασταυρούμενα πυρά (σε στρατιωτικούς αλλά και πολιτικούς όρους) και τελικά να φέρουν την ευθύνη για την επιδείνωσης μιας ήδη απαράδεκτης (ανθρωπιστικά) κατάστασης.
Από την άλλη, η παθητικότητα της υπερδύναμης έναντι του καθεστώτος Καντάφι ενέχει πολλαπλά ρίσκα γιατί θα αποδείξει, αφενός, ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε καθεστώς υπερεπέκτασης (μπλεγμένες σε πολλά μέτωπα, με τα οικονομικά βάρη να είναι δυσβάστακτα) και αφετέρου επειδή θα αποκαλύψει τη δυσπιστία της Αμερικανικής ηγεσίας για τις δυνατότητες των επαναστατών που κατά τα άλλα είναι το "θείο δώρο" για τις φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις του πλανήτη.
Υπό αυτές τις συνθήκες τα περιθώρια ελιγμών για τις ΗΠΑ είναι περιορισμένα. Οι Αμερικανοί θα επιδιώξουν να ελαχιστοποιήσουν την εμπλοκή τους κυρίως μέσω της κατά το δυνατόν ευρύτερης διεθνοποίησης του προβλήματος ενώ θα περιοριστούν στη ρηματική υποστήριξη των επαναστατών και ίσως σε κάποια κεκαλυμμένη βοήθεια (η οποία όμως δεν προβλέπεται να γείρει την πλάστιγγα αποφασιστικά προς όφελός τους).
Τελικά, το πιθανότερο σενάριο στη διαχείριση του Λιβυκού ζητήματος θα είναι η αμερικανική πολιτική να ιδιοποιηθεί τον μακιαβελικό κυνισμό της αποστασιοποίησης και της αναμονής προκειμένου να επέμβει μόνο όταν οι τύχες των αντιμαχόμενων έχουν κριθεί και η προστασία των αμερικανικών (αλλά και γενικότερα των δυτικών) συμφερόντων ταυτιστεί με τον πιθανότερο νικητή.
Επιστροφή στη, κατά Μακιαβέλι, σύνεση λοιπόν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου