Με τα πρώτα εικοσιτετράωρα βομβαρδισμών να έχουν περάσει, Αμερικανοί αξιωματούχοι ανακοίνωσαν τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων και το ρόλο της αμερικανικής αεροπορίας.
Σύμφωνα με τον Αντιναύαρχο Γουίλιαμ Γκόρτνεϋ, τα πλήγματα της λιβυκής αεράμυνας με βλήματα κρουζ τύπου Tomahawk ήταν επιτυχημένα αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι ο κίνδυνος των αντιαεροπορικών έχει περάσει.
Οι αντιαεροπορικές ικανότητες της Λιβύης έχουν υποβαθμιστεί, κυρίως όμως σε επίπεδο συστημάτων μέσου και μεγάλου βεληνεκούς. Οι Tomahawk έπληξαν βάσεις και εκτοξευτές SA-5 (Gammon, γνωστό και ως S-200), SA-3 (Goa) και SA-2 (Guideline). Επιπλέον, βομβαρδιστικά B-2 έπληξαν αεροπορικές βάσεις, αχρηστεύοντας διαδρόμους αποπροσγείωσης ενώ κατέστρεψαν και αεροσκάφη που βρίσκονταν σε shelters. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Γκόρτνεϋ, οι Λίβυοι δεν εκτόξευσαν βλήματα εναντίον αεροσκαφών και δεν άνοιξαν τα ραντάρ τους με σκοπό την αποφυγή άμεσης στοχοποίησης. Αυτό συνεπάγεται ότι η στοχοθεσία των Αμερικανών βασίστηκε στις δυνατότητες οπτικού εντοπισμού (IMINT) και όχι ηλεκτρομαγνητικής παρακολούθησης και στοχοποίησης (SIGINT). Αυτό μειώνει, κατά κάποιο τρόπο, την πιθανότητα τα αμερικανικά αεροσκάφη να κατάφεραν να θέσουν εκτός μάχης το σύνολο της λιβυκής αεράμυνας.
Ασφαλώς, ο κίνδυνος των δύσκολα εντοπίσημων και υψηλής κινητικότητας αντιαεροπορικών πυραύλων παραμένει. Οι SA-6 (Gainful), οι SA-8 (Gecko ή OSA) και τα πολυάριθμα SA-7, SA-9, SA-13 παραμένουν σχεδόν ανέπαφα και απειλητικά, παρά τη σφοδρότητα των πρώτων βομβαρδισμών. Επιπλέον, όπως αφέθηκε να εννοηθεί, οι αμερικανικές δυνάμεις δεν έβαλαν εναντίον των αντιαεροπορικών πυροβόλων του Λιβυκού στρατού προς αποφυγή παράπλευρων απωλειών.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι αμερικανικές δυνάμεις κυριολεκτικά άνοιξαν "παράθυρο ευκαιρίας" για τις γαλλικές, βρετανικές και όποιες άλλες αεροπορικές δυνάμεις θα επιχειρήσουν στο Λιβυκό εναέριο χώρο. Από πολλές απόψεις, ο κρίσιμος παράγοντας της μέχρι τώρα επέμβασης είναι (για μια ακόμα φορά) η αμερικανική αεροπορία η οποία με τις απαράμιλλες δυνατότητες καταστολής αεράμυνας και κρούσης εγγυάται απρόσκοπτους βομβαρδισμούς μετά την πρώτη μέρα.
Παραταύτα, οι δυνατότητες και η εκπαίδευση των ευρωπαϊκών πληρωμάτων κρίνεται επίσης σημαντική από τη στιγμή που οι αποστολές χαμηλού ύψους θα παραμείνουν εξαιρετικά επικίνδυνες ή ουσιαστικά απαγορευτικές. Κατά πάσα πιθανότητα, ο επιχειρησιακός σχεδιασμός θα "ανεβάσει" τα αεροσκάφη σε μεγαλύτερο (ασφαλές) ύψος, μειώνοντας τις δυνατότητες προσβολής ακριβείας ενώ θεωρείται βέβαιο ότι ο Λιβυκός εναέριος χώρος θα κορεστεί από παρεμβολές προκειμένου επικοινωνίες και συστήματα ελέγχου πυρός της Λιβύης να εξουδετερωθούν.
Στο ζήτημα των ευρωπαϊκών αεροπορικών επιχειρήσεων πολλά φαίνεται ότι θα κριθούν σε πολιτικό επίπεδο, με άλλα λόγια οι επιχειρήσεις θα σχεδιαστούν με γνώμονα την ανοχή των ευρωπαϊκών ηγεσιών σε απώλειες αεροσκαφών. Θα αποτελέσει δύσκολο πολιτικό εγχείρημα η δικαιολόγηση της απώλειας γαλλικών ή βρετανικών αεροσκαφών κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων βομβαρδισμού χωρίς τη μέχρι τώρα σύμπραξη του ΝΑΤΟ και με αυξανόμενες τις διεθνείς αντιδράσεις στο ζήτημα της νομιμότητάς τους (βλέπε Ρωσία και Κίνα). Πόσο μακριά μπορούν να τραβήξουν το σκοινί οι Ευρωπαίοι, κανείς δεν γνωρίζει μέχρι στιγμής.
Εκείνο που όλοι γνωρίζουν πάντως είναι ότι οι αποστολές θα πρέπει να είναι αποφασιστικές σε αποτελέσματα και βραχείες σε χρονική διάρκεια προκειμένου να είναι πολιτικά επωφελείς για την πολυεθνική δύναμη. Η χρονική παράταση αναπόφευκτα θα φέρει απώλειες, θα μεγιστοποιήσει τις τριβές μεταξύ των μελών της διεθνούς κοινότητας, θα αυξήσει τις τιμές του πετρελαίου και, βέβαια, θα αφήσει και κάποιο περιθώριο ελιγμών στον Καντάφι τόσο σε πολιτικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο.
Κι όλα αυτά χωρίς αναγκαστικά την αμέριστη συμπαράσταση των Αμερικανών. Όπως δήλωσε ο αντιναύαρχος Γκόρτνεϋ, οι ΗΠΑ ηγούνται των επιχειρήσεων τώρα, αλλά αυτό πρόκειται να αλλάξει.
Σύμφωνα με τον Αντιναύαρχο Γουίλιαμ Γκόρτνεϋ, τα πλήγματα της λιβυκής αεράμυνας με βλήματα κρουζ τύπου Tomahawk ήταν επιτυχημένα αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι ο κίνδυνος των αντιαεροπορικών έχει περάσει.
Οι αντιαεροπορικές ικανότητες της Λιβύης έχουν υποβαθμιστεί, κυρίως όμως σε επίπεδο συστημάτων μέσου και μεγάλου βεληνεκούς. Οι Tomahawk έπληξαν βάσεις και εκτοξευτές SA-5 (Gammon, γνωστό και ως S-200), SA-3 (Goa) και SA-2 (Guideline). Επιπλέον, βομβαρδιστικά B-2 έπληξαν αεροπορικές βάσεις, αχρηστεύοντας διαδρόμους αποπροσγείωσης ενώ κατέστρεψαν και αεροσκάφη που βρίσκονταν σε shelters. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Γκόρτνεϋ, οι Λίβυοι δεν εκτόξευσαν βλήματα εναντίον αεροσκαφών και δεν άνοιξαν τα ραντάρ τους με σκοπό την αποφυγή άμεσης στοχοποίησης. Αυτό συνεπάγεται ότι η στοχοθεσία των Αμερικανών βασίστηκε στις δυνατότητες οπτικού εντοπισμού (IMINT) και όχι ηλεκτρομαγνητικής παρακολούθησης και στοχοποίησης (SIGINT). Αυτό μειώνει, κατά κάποιο τρόπο, την πιθανότητα τα αμερικανικά αεροσκάφη να κατάφεραν να θέσουν εκτός μάχης το σύνολο της λιβυκής αεράμυνας.
Ασφαλώς, ο κίνδυνος των δύσκολα εντοπίσημων και υψηλής κινητικότητας αντιαεροπορικών πυραύλων παραμένει. Οι SA-6 (Gainful), οι SA-8 (Gecko ή OSA) και τα πολυάριθμα SA-7, SA-9, SA-13 παραμένουν σχεδόν ανέπαφα και απειλητικά, παρά τη σφοδρότητα των πρώτων βομβαρδισμών. Επιπλέον, όπως αφέθηκε να εννοηθεί, οι αμερικανικές δυνάμεις δεν έβαλαν εναντίον των αντιαεροπορικών πυροβόλων του Λιβυκού στρατού προς αποφυγή παράπλευρων απωλειών.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι αμερικανικές δυνάμεις κυριολεκτικά άνοιξαν "παράθυρο ευκαιρίας" για τις γαλλικές, βρετανικές και όποιες άλλες αεροπορικές δυνάμεις θα επιχειρήσουν στο Λιβυκό εναέριο χώρο. Από πολλές απόψεις, ο κρίσιμος παράγοντας της μέχρι τώρα επέμβασης είναι (για μια ακόμα φορά) η αμερικανική αεροπορία η οποία με τις απαράμιλλες δυνατότητες καταστολής αεράμυνας και κρούσης εγγυάται απρόσκοπτους βομβαρδισμούς μετά την πρώτη μέρα.
Παραταύτα, οι δυνατότητες και η εκπαίδευση των ευρωπαϊκών πληρωμάτων κρίνεται επίσης σημαντική από τη στιγμή που οι αποστολές χαμηλού ύψους θα παραμείνουν εξαιρετικά επικίνδυνες ή ουσιαστικά απαγορευτικές. Κατά πάσα πιθανότητα, ο επιχειρησιακός σχεδιασμός θα "ανεβάσει" τα αεροσκάφη σε μεγαλύτερο (ασφαλές) ύψος, μειώνοντας τις δυνατότητες προσβολής ακριβείας ενώ θεωρείται βέβαιο ότι ο Λιβυκός εναέριος χώρος θα κορεστεί από παρεμβολές προκειμένου επικοινωνίες και συστήματα ελέγχου πυρός της Λιβύης να εξουδετερωθούν.
Στο ζήτημα των ευρωπαϊκών αεροπορικών επιχειρήσεων πολλά φαίνεται ότι θα κριθούν σε πολιτικό επίπεδο, με άλλα λόγια οι επιχειρήσεις θα σχεδιαστούν με γνώμονα την ανοχή των ευρωπαϊκών ηγεσιών σε απώλειες αεροσκαφών. Θα αποτελέσει δύσκολο πολιτικό εγχείρημα η δικαιολόγηση της απώλειας γαλλικών ή βρετανικών αεροσκαφών κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων βομβαρδισμού χωρίς τη μέχρι τώρα σύμπραξη του ΝΑΤΟ και με αυξανόμενες τις διεθνείς αντιδράσεις στο ζήτημα της νομιμότητάς τους (βλέπε Ρωσία και Κίνα). Πόσο μακριά μπορούν να τραβήξουν το σκοινί οι Ευρωπαίοι, κανείς δεν γνωρίζει μέχρι στιγμής.
Εκείνο που όλοι γνωρίζουν πάντως είναι ότι οι αποστολές θα πρέπει να είναι αποφασιστικές σε αποτελέσματα και βραχείες σε χρονική διάρκεια προκειμένου να είναι πολιτικά επωφελείς για την πολυεθνική δύναμη. Η χρονική παράταση αναπόφευκτα θα φέρει απώλειες, θα μεγιστοποιήσει τις τριβές μεταξύ των μελών της διεθνούς κοινότητας, θα αυξήσει τις τιμές του πετρελαίου και, βέβαια, θα αφήσει και κάποιο περιθώριο ελιγμών στον Καντάφι τόσο σε πολιτικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο.
Κι όλα αυτά χωρίς αναγκαστικά την αμέριστη συμπαράσταση των Αμερικανών. Όπως δήλωσε ο αντιναύαρχος Γκόρτνεϋ, οι ΗΠΑ ηγούνται των επιχειρήσεων τώρα, αλλά αυτό πρόκειται να αλλάξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου