Κι ενώ στη Λιβύη η κατάσταση παραμένει έκρυθμη και ανεξάρτητες πηγές κάνουν λόγο για χιλιάδες νεκρούς από πυρά στρατιωτών, τα στοιχεία που δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκαλύπτουν ότι μόλις δύο χρόνια νωρίτερα οι Ευρωπαϊκές χώρες αδειοδότησαν την πώληση αμυντικών συστημάτων περίπου 160 εκατομμυρίων ευρώ στο καθεστώς Καντάφι μόνο για φορητό οπλισμό και ηλεκτρονικούς παρεμβολείς. Για την ίδια περίοδο, πηγές της ΕΕ κάνουν λόγο για την αδειοδότηση εξοπλισμού συνολικής αξίας 687.6 εκατομμυρίων ευρώ προς το καθεστώς, αν και οι παραδόσεις που όντως πραγματοποιήθηκαν δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα.
Αλλά δεν θα πρέπει τίποτα από όλα αυτά να προκαλεί εντύπωση. Ένα μικρό μόνο μέρος του συνολικού εμπορίου οπλικών συστημάτων ελέγχεται στη βάση κριτηρίων "δημοκρατικότητας" πολιτικών συστημάτων ή με γνώμονα το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ασφαλώς υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις (που έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν τόσο στο πλαίσιο της ΕΕ όσο και στη διαχείριση εξαγωγών με τις αδειοδοτήσεις του αμερικανικού πενταγώνου).
Οι περισσότεροι παραγωγοί οπλικών συστημάτων έχουν κοινοβουλευτικά όργανα και οργανισμούς που γνωμοδοτούν και αποφασίζουν για την εξαγωγή στρατιωτικού υλικού πρωτίστως με γνώμονα την εθνική ασφάλεια, με άλλα λόγια την προστασία τεχνολογικών καινοτομιών που μπορούν να προσδώσουν σημαντικά στρατιωτικά πλεονεκτήματα. Δευτερευόντως, και αυτό έχει παρατηρηθεί πλειστάκις στην περίπτωση των ΗΠΑ (οι οποίες αποτελούν τον μεγαλύτερο προμηθευτή), το κριτήριο είναι η διατήρηση της περιφερειακής ισορροπίας ισχύος, στη μορφή που εκείνη εξυπηρετεί τα κρατικά συμφέροντα. Η στρατιωτική ενίσχυση του Ισραήλ και η συχνή άρνηση-ακύρωση εξαγωγών σε άλλους "παίκτες" του μεσανατολικού χώρου για συστήματα αιχμής (όπως AWACS, εξελιγμένα όπλα κρούσης) ισχύει από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, η αποτελεσματική παρέμβαση των λόμπυ στο Κογκρέσου για την αποτροπή εξαγωγών κρίθηκε ως αποφασιστικής σημασίας.
Μόνο αφότου ικανοποιηθούν οι παραπάνω ανάγκες τα κριτήρια του "χαρακτήρα" του πολιτεύματος έχουν πραγματική σημασία. Σε αυτές τις περιπτώσεις ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζουν τα (περισσότερο ιδεολογικά διαποτισμένα) υπουργεία των εξωτερικών και λιγότερο της άμυνας όπως και τα κοινοβουλευτικά όργανα τα οποία υπερασπίζονται τις αξίες των ψηφοφόρων και παραμένουν αφυπνισμένα για εξαγωγές που μπορούν να αποβούν πολιτικά καταστροφικές. Ασφαλώς, η ΕΕ στην οποία αναφέρομαι και σε αυτή την ανάρτηση, αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση, αλλά η πραγματική πολιτική της ισχύς στα ζητήματα του εμπορίου εξοπλισμών είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Φυσικά, και κατόπιν εορτής, είναι απολύτως βέβαιο ότι όλοι οι μεγάλοι παραγωγοί οπλικών συστημάτων θα προσφέρουν τη συγκατάθεσή τους σε οποιοδήποτε μέτρο απαγόρευσης υλικών που έστω και έμμεσα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τη Λιβυκή κυβέρνηση εναντίον των πολιτών της.
Ίσως αυτό τελικά να λέγεται Realpolitik.
Αλλά δεν θα πρέπει τίποτα από όλα αυτά να προκαλεί εντύπωση. Ένα μικρό μόνο μέρος του συνολικού εμπορίου οπλικών συστημάτων ελέγχεται στη βάση κριτηρίων "δημοκρατικότητας" πολιτικών συστημάτων ή με γνώμονα το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ασφαλώς υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις (που έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν τόσο στο πλαίσιο της ΕΕ όσο και στη διαχείριση εξαγωγών με τις αδειοδοτήσεις του αμερικανικού πενταγώνου).
Οι περισσότεροι παραγωγοί οπλικών συστημάτων έχουν κοινοβουλευτικά όργανα και οργανισμούς που γνωμοδοτούν και αποφασίζουν για την εξαγωγή στρατιωτικού υλικού πρωτίστως με γνώμονα την εθνική ασφάλεια, με άλλα λόγια την προστασία τεχνολογικών καινοτομιών που μπορούν να προσδώσουν σημαντικά στρατιωτικά πλεονεκτήματα. Δευτερευόντως, και αυτό έχει παρατηρηθεί πλειστάκις στην περίπτωση των ΗΠΑ (οι οποίες αποτελούν τον μεγαλύτερο προμηθευτή), το κριτήριο είναι η διατήρηση της περιφερειακής ισορροπίας ισχύος, στη μορφή που εκείνη εξυπηρετεί τα κρατικά συμφέροντα. Η στρατιωτική ενίσχυση του Ισραήλ και η συχνή άρνηση-ακύρωση εξαγωγών σε άλλους "παίκτες" του μεσανατολικού χώρου για συστήματα αιχμής (όπως AWACS, εξελιγμένα όπλα κρούσης) ισχύει από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, η αποτελεσματική παρέμβαση των λόμπυ στο Κογκρέσου για την αποτροπή εξαγωγών κρίθηκε ως αποφασιστικής σημασίας.
Μόνο αφότου ικανοποιηθούν οι παραπάνω ανάγκες τα κριτήρια του "χαρακτήρα" του πολιτεύματος έχουν πραγματική σημασία. Σε αυτές τις περιπτώσεις ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζουν τα (περισσότερο ιδεολογικά διαποτισμένα) υπουργεία των εξωτερικών και λιγότερο της άμυνας όπως και τα κοινοβουλευτικά όργανα τα οποία υπερασπίζονται τις αξίες των ψηφοφόρων και παραμένουν αφυπνισμένα για εξαγωγές που μπορούν να αποβούν πολιτικά καταστροφικές. Ασφαλώς, η ΕΕ στην οποία αναφέρομαι και σε αυτή την ανάρτηση, αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση, αλλά η πραγματική πολιτική της ισχύς στα ζητήματα του εμπορίου εξοπλισμών είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Φυσικά, και κατόπιν εορτής, είναι απολύτως βέβαιο ότι όλοι οι μεγάλοι παραγωγοί οπλικών συστημάτων θα προσφέρουν τη συγκατάθεσή τους σε οποιοδήποτε μέτρο απαγόρευσης υλικών που έστω και έμμεσα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τη Λιβυκή κυβέρνηση εναντίον των πολιτών της.
Ίσως αυτό τελικά να λέγεται Realpolitik.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου